«Και η ζωή συνεχίζεται» γυρίστηκε το 91 μετά το σεισμό του 90. Εδώ ο Φαρχάντ, ο υποτιθέμενος σκηνοθέτης του «Πού είναι το σπίτι του φίλου μου;» με το μικρό γιο του προσπαθούν να φτάσουν με το αυτοκίνητο στο Κοκέρ για να βρουν το Babek Ahmed Poor, το μικρό ηθοποιό που πρωταγωνίστησε στο «σπίτι του φίλου».
Η ταινία αυτή είναι όμως ριζικά διαφορετική απ' το πιο συμβατικό πρώτο μέρος της τριλογίας. Πρώτα απ' όλα πάνω από μισή ώρα παρακολουθούμε το Φαρχάντ μες στο αυτοκίνητο να ρωτάει πληροφορίες και οδηγίες πως θα φτάσει στο Κοκέρ, να κολλάει σε μποτιλιαρίσματα, βλέπουμε άσχημες και θολές εικόνες μες απ' το παράθυρο του αυτοκινήτου, χαλάσματα, σκονισμένα μπουκάλια αναψυκτικών, σταματημένα αυτοκίνητα, το πρόσωπο του οδηγού ξανά και ξανά. Αργότερα αρχίζει η περιήγηση στα κατεστραμμένα χωριά, ο Φαρχάντ και ο γιος του βλέπουν κάποιους ηθοποιούς του «Πού είναι το σπίτι του φίλου μου;», οι οποίοι τους λένε τις δικές τους σκέψεις για την ταινία, συναντάνε ανθρώπους που ..συνεχίζουν να ζουν, τους ρωτάνε τι ακριβώς έκαναν κατά τη διάρκεια και μετά το σεισμό, ζητάνε και πάλι οδηγίες για να φτάσουν στο Κοκέρ.
Το αυτοκίνητο.Το αυτοκίνητο, εμμονή του Κιαροστάμι, γίνεται οπτικά τουλάχιστον πρωταγωνιστής. Μέσα σ'αυτό εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης, ο «σκηνοθέτης» οδηγάει και ρωτά τους περαστικούς μέσα απ' την ασφάλεια/ τον προσωπικό χώρο του αυτοκινήτου του, ή μεταφέρει περαστικούς. Και στα μακρυνά πλάνα σχεδόν πα΄ντα υπάρχει ένα τουλάχιστον αυτοκίνητο. Παράλληλα οι γωνίες λήψεις και οι κινηματογράφηση γίνονται πιο τολμηρά, έχουμε πχ πολλές σκηνές όπου αυτοκίνητα κινούνται σε διάφορες κατευθύνσεις και συναντούνται ή απομακρύνονται το ένα απ' το άλλο δημιουργώντας ασυνήθιστες «συνθέσεις».
Η ζωή Το θέμα που κυριαρχεί είναι η συνέχιση της ζωής όπως λέει ο τίτλος. Οι άνθρωποι, αν και έχουν χάσει πολλούς συγγενείς, συζύγους, παιδιά, αδέρφια, φαίνονται να συνεχίζουν τη ζωή τους, ενδιαφέρονται για το μουντιάλ ποδοσφαίρου (!), καυγαδίζουν, προσπαθούν να βρουν χρήσιμα αντικείμενα στα ερείπια. Ένα ζευγάρι νεόνυμφοι ξεκινούν τη ζωή τους σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι. Θάνατος παντού, αλλά και όρεξη για ζωή.
Και πάλι πιστεύω ότι εδώ έχουμε την άποψη του σκηνοθέτη (του Φαρχάντ ή του Κιαροστάμι;) και όχι των «απλών ανθρώπων» του χωριού. Εμένα μου φάνηκε υπερβολική και επιτηδευμένη αυτή η θέληση για ζωή. Δηλαδή ένας αστός θέλει να πιστεύει ότι οι χωριάτες είναι τόσο μέσα στη φύση, είναι σχεδόν σαν ζώα που ο θάνατος του παιδιού τους είναι απλά μια ακόμα κακοτυχία της σκληρής ζωής τους. Φαντάζομαι αν πέθαινε ο δικός του γιος, θα πάθαινε κατάθλιψη, θα έγραφε 100 ποιήματα, θα άλλαζε όλη η κοσμοθεωρία του κτλ, αλλά οι χωριάτες ...απλά η ζωή τους συνεχίζεται!
Οι φιλοσοφίες. Στη διάρκεια της ταινίας πολλοί εκφράζουν την άποψή τους για το σεισμό για το νόημα της καταστροφής, αν φταίει ο θεός, οι άνθρωποι κτλ. Ο μικρός γιος του «σκηνοθέτη» ανακατεύει ότι έχει ακούσει με προσωπικές αντιλήψεις και σοφά λόγια που έχει μάθει στο σχολείο και προσπαθεί να εξηγήσει σε μια γυναίκα γιατί πέθανε η κόρη της και τι καλό θα φέρει ο σεισμός (τα παιδιά της που επέζησαν θα την εκτιμούν περισσότερο). Αυτό το κωμικοτραγικό συνονθύλευμα ιδεών που εκφράζει το παιδί ίσως δείχνει μια περιφρόνηση του Κιαροστάμι για τις θεωρίες που ακούγονται στην ταινία του, και έναν αγνωστικισμό. Πραγματικά είναι δύσκολο να αναλύσεις το νόημα μιας τόσο μεγάλης καταστροφής, χωρίς να καταφύγεις σε γελοιότητες.
Το τέλος. Ο Κιατοστάμι αδιαφορεί για την εξέλιξη της υπόθεσης, θα βρει ο σκηνοθέτης το παιδί ή όχι; Θα φτάσει στο Κοκέρ ή όχι; Δεν το μαθαίνουμε, και δεν έχει σημασία.
Από τις πιο ωραίες σκηνές, πάλι μέσα απ' το αυτοκίνητο, είναι όταν ο μικρός γιος χύνει έξω το μπουκάλι με τη ζεστή κόλα. Μια γυναίκα απ΄ το φορτηγό που έχει σταματήσει δίπλα του ζητάει να της δώσει λίγο για το παιδί της, και το παιδί χύνει την κόλα μέσα σ' ένα μπιμπερό!
Η ταινία αυτή είναι όμως ριζικά διαφορετική απ' το πιο συμβατικό πρώτο μέρος της τριλογίας. Πρώτα απ' όλα πάνω από μισή ώρα παρακολουθούμε το Φαρχάντ μες στο αυτοκίνητο να ρωτάει πληροφορίες και οδηγίες πως θα φτάσει στο Κοκέρ, να κολλάει σε μποτιλιαρίσματα, βλέπουμε άσχημες και θολές εικόνες μες απ' το παράθυρο του αυτοκινήτου, χαλάσματα, σκονισμένα μπουκάλια αναψυκτικών, σταματημένα αυτοκίνητα, το πρόσωπο του οδηγού ξανά και ξανά. Αργότερα αρχίζει η περιήγηση στα κατεστραμμένα χωριά, ο Φαρχάντ και ο γιος του βλέπουν κάποιους ηθοποιούς του «Πού είναι το σπίτι του φίλου μου;», οι οποίοι τους λένε τις δικές τους σκέψεις για την ταινία, συναντάνε ανθρώπους που ..συνεχίζουν να ζουν, τους ρωτάνε τι ακριβώς έκαναν κατά τη διάρκεια και μετά το σεισμό, ζητάνε και πάλι οδηγίες για να φτάσουν στο Κοκέρ.
Το αυτοκίνητο.Το αυτοκίνητο, εμμονή του Κιαροστάμι, γίνεται οπτικά τουλάχιστον πρωταγωνιστής. Μέσα σ'αυτό εκτυλίσσεται το μεγαλύτερο μέρος της υπόθεσης, ο «σκηνοθέτης» οδηγάει και ρωτά τους περαστικούς μέσα απ' την ασφάλεια/ τον προσωπικό χώρο του αυτοκινήτου του, ή μεταφέρει περαστικούς. Και στα μακρυνά πλάνα σχεδόν πα΄ντα υπάρχει ένα τουλάχιστον αυτοκίνητο. Παράλληλα οι γωνίες λήψεις και οι κινηματογράφηση γίνονται πιο τολμηρά, έχουμε πχ πολλές σκηνές όπου αυτοκίνητα κινούνται σε διάφορες κατευθύνσεις και συναντούνται ή απομακρύνονται το ένα απ' το άλλο δημιουργώντας ασυνήθιστες «συνθέσεις».
Η ζωή Το θέμα που κυριαρχεί είναι η συνέχιση της ζωής όπως λέει ο τίτλος. Οι άνθρωποι, αν και έχουν χάσει πολλούς συγγενείς, συζύγους, παιδιά, αδέρφια, φαίνονται να συνεχίζουν τη ζωή τους, ενδιαφέρονται για το μουντιάλ ποδοσφαίρου (!), καυγαδίζουν, προσπαθούν να βρουν χρήσιμα αντικείμενα στα ερείπια. Ένα ζευγάρι νεόνυμφοι ξεκινούν τη ζωή τους σε ένα εγκαταλειμμένο σπίτι. Θάνατος παντού, αλλά και όρεξη για ζωή.
Και πάλι πιστεύω ότι εδώ έχουμε την άποψη του σκηνοθέτη (του Φαρχάντ ή του Κιαροστάμι;) και όχι των «απλών ανθρώπων» του χωριού. Εμένα μου φάνηκε υπερβολική και επιτηδευμένη αυτή η θέληση για ζωή. Δηλαδή ένας αστός θέλει να πιστεύει ότι οι χωριάτες είναι τόσο μέσα στη φύση, είναι σχεδόν σαν ζώα που ο θάνατος του παιδιού τους είναι απλά μια ακόμα κακοτυχία της σκληρής ζωής τους. Φαντάζομαι αν πέθαινε ο δικός του γιος, θα πάθαινε κατάθλιψη, θα έγραφε 100 ποιήματα, θα άλλαζε όλη η κοσμοθεωρία του κτλ, αλλά οι χωριάτες ...απλά η ζωή τους συνεχίζεται!
Οι φιλοσοφίες. Στη διάρκεια της ταινίας πολλοί εκφράζουν την άποψή τους για το σεισμό για το νόημα της καταστροφής, αν φταίει ο θεός, οι άνθρωποι κτλ. Ο μικρός γιος του «σκηνοθέτη» ανακατεύει ότι έχει ακούσει με προσωπικές αντιλήψεις και σοφά λόγια που έχει μάθει στο σχολείο και προσπαθεί να εξηγήσει σε μια γυναίκα γιατί πέθανε η κόρη της και τι καλό θα φέρει ο σεισμός (τα παιδιά της που επέζησαν θα την εκτιμούν περισσότερο). Αυτό το κωμικοτραγικό συνονθύλευμα ιδεών που εκφράζει το παιδί ίσως δείχνει μια περιφρόνηση του Κιαροστάμι για τις θεωρίες που ακούγονται στην ταινία του, και έναν αγνωστικισμό. Πραγματικά είναι δύσκολο να αναλύσεις το νόημα μιας τόσο μεγάλης καταστροφής, χωρίς να καταφύγεις σε γελοιότητες.
Το τέλος. Ο Κιατοστάμι αδιαφορεί για την εξέλιξη της υπόθεσης, θα βρει ο σκηνοθέτης το παιδί ή όχι; Θα φτάσει στο Κοκέρ ή όχι; Δεν το μαθαίνουμε, και δεν έχει σημασία.
Από τις πιο ωραίες σκηνές, πάλι μέσα απ' το αυτοκίνητο, είναι όταν ο μικρός γιος χύνει έξω το μπουκάλι με τη ζεστή κόλα. Μια γυναίκα απ΄ το φορτηγό που έχει σταματήσει δίπλα του ζητάει να της δώσει λίγο για το παιδί της, και το παιδί χύνει την κόλα μέσα σ' ένα μπιμπερό!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου