Κυριακή 31 Μαρτίου 2013

Baran (2001) του Majid Majidi


Βρισκόμαστε στο Ιράν σε μια οικοδομή που χτίζεται στα βόρεια προάστια της Τεχεράνης. Εκτός από τους νόμιμους Ιρανούς εργάτες, εκεί δουλεύουν και πολλοί Αφγανοί πρόσφυγες χωρίς χαρτιά, οι οποίοι πρέπει να εξαφανιστούν όταν έρχονται οι επιθεωρητές. Κάποια στιγμή ένας απ' τους Αφγανούς εργάτες πέφτει κάτω και σπάει το πόδι του και την επόμενη μέρα, ένας συμπατριώτης του φέρνει το «γιο» του τραυματισμένου στην οικοδομή και παρακαλεί το αφεντικό να τον πάρει στη θέση του πατέρα. Ο Λατίφ, που μέχρι τότε δούλευε σαν παιδί για όλες τις δουλειές, αναγκάζεται να δώσει τη θέση του στο μικρό Αφγανό, κι ο ίδιος αρχίζει να δουλεύει σαν κανονικός εργάτης, μια πολύ πιο βαριά δουλειά, γι'αυτό μισεί θανάσιμα τον αντικαταστάτη του.

Η Βροχή (Baran) του Ματζιντί είναι από τις πιο γνωστές ιρανικές ταινίες, και οι περισσότεροι, ακόμα κι αν δεν θυμούνται τον τίτλο της, κάπου θα την έχουν πετύχει (σε καμιά ΕΤ3). Χτες που την ξανάβλεπα όμως σκέφτηκα ότι πολλά στοιχεία της ίσως περνούν απαρατήρητα.


Ο αέρας ανοίγει την κουρτίνα, από τον καθρέφτη φαίνεται η Μπαράν να χτενίζεται
Το κεντρικό πρόσωπο της ταινίας δεν είναι η Μπαράν, η ηρωίδα που δίνει το όνομά της στην ταινία. Αντίθετα η βασική +, είναι η ενηλικίωση του Λατίφ, ο οποίος όταν αρχίζει η ταινία είναι ένα ανέμελο παιδί πάντα έτοιμο για καυγά και τελικά, μέσα απ' τον έρωτά του για τη Μπαράν, μαθαίνει την ματαιότητα του υλικού κόσμου, ή μάλλον των εγκόσμιων. Μαθαίνει να δίνει χωρίς να περιμένει ανταπόδοση. Αυτό το μοτίβο υπάρχει σε όλες τις ταινίες του Ματζιντί: Η «φώτιση» φτάνει όταν αποβάλει κανείς ότι ήταν σημαντικό γι' αυτόν: χρήματα, μια όμορφη γυναίκα, όραση, βραβεία. Αντίθετα η απόκτηση αυτών των αγαθών σημαίνει την απώλεια της ψυχής: αυτό το τελευταίο συμβαίνει στην «Ιτιά» και στα «Σπουργίτια». Είναι πολύ ενδιαφέρον τρόπος σκέψης, θυμίζει λίγο βουδισμό, αλλά έχει περισσότερο σχέση με τον ισλαμικό μυστικισμό. Ένα άλλο χαρακτηριστικό στα έργα του σκηνοθέτη που θυμίζει βουδισμό είναι η αγάπη και η φροντίδα των «φωτισμένων» ηρώων για τα ζώα, ειδικά τα μικρά και αβοήθητα.

Ένα άλλο βασικό θέμα της ταινίας είναι η κοινωνική κριτική: δε βλέπουμε μόνο την εκμετάλλευση των Αφγανών από τους Ιρανούς και τη δύσκολη ζωή τους χωρίς χαρτιά, και με πόλεμο στο σπίτι. Η ταινία δείχνει μια κοινωνική διαστρωμάτωση που βασίζεται στην εκμετάλλευση μιας κοινωνικής ομάδας από την αμέσως ανώτερη. Πχ ο μηχανικός δεν πληρώνει το Μεμάρ (το αφεντικό στην οικοδομή), επειδή ένα ντουβάρι είναι στραβό, κι ο Μεμάρ με τη σειρά του δεν πληρώνει τους εργάτες. Οι ίδιοι οι Ιρανοί εργάτες αντιπαθούν τους Αφγανούς και ζητούν να πληρωθούν αυτοί με τα λιγοστά χρήματα που διαθέτει ο Μεμάρ. Και είναι χαρακτηριστικός και ο μικρόκοσμος των αμόρφωτων και φτωχών εργατών που κοιμούνται όλοι μαζί στην οικοδομή, στην άκρη μιας πολύ καλής περιοχής με ουρανοξύστες.

Κάτι που νομίζω ότι το χάνουν οι Έλληνες θεατές είναι ότι οι Ιρανοί εργάτες είναι χωρισμένοι ανάλογα με την εθνική τους καταγωγή. Σε ένα δωμάτιο κοιμούνται οι άνθρωποι απ' το Λορεστάν, σ' άλλο οι Κούρδοι, και σ' άλλο οι Αζέροι. Μάλιστα η κάθε εθνική ομάδα έχει κι από ένα αφεντικό που διαπραγματεύεται με το Μεμάρ για τα μεροκάματά τους. Περισσότερα γράφει το σάιτ του Ματζιντί: http://www.cinemajidi.com/baran/background.html

Η Μπαράν είπαμε ότι δεν είναι η πρωταγωνίστρια, όχι μόνο δεν μιλάει ποτέ, αλλά μαθαίνουμε ελάχιστα γι' αυτήν: ότι είναι ατσούμπαλη, ότι ταΐζει περιστέρια κι ότι είναι γενικά μια καλή και σεμνή κόρη.
Είναι συνηθισμένο σε ταινίες απ' το Ιράν ή άλλες μουσουλμανικές χώρες οι γυναίκες να μην μιλάνε ποτέ, κι αυτό να είναι σχόλιο για την κοινωνική τους θέση· ένα πρόσφατο παράδειγμα είναι και το «Κάποτε στην Ανατολία» του Τσεϊλάν.
Πάντως ας μην ξεχνάμε ότι μπροστά στους άντρες είναι που οι γυναίκες δεν έχουν φωνή. Όμως ακόμα και στις πιο συντηρητικές κοινωνίες εννοείται ότι οι γυναίκες έχουν φωνή και γενικά κοινωνική ζωή μεταξύ τους, και φυσικά μέσα στην οικογένεια τους. Πρόκειται δηλαδή για χωρισμό των δυο φύλων. Με λίγα λόγια επειδή ο Ματζιντί ή ο Κιαροστάμι δεν μπορούν να βγουν για καφέ με μια συντηρητική Αφγανή, δε σημαίνει αυτό ότι δεν έχει ζωή η γυναίκα, ή πολύ περισσότερο ότι είναι ένα άβουλο ον χωρίς χαρακτήρα που απλά υπακούει τον πατέρα ή το σύζυγο. Απλά η ζωή της είναι αθέατη για έναν ξένο άντρα. Έλα ντε όμως που οι άντρες γυρίζουν ταινίες, και γράφουν βιβλία και φιλοσοφούν, και ουσιαστικά μεταδίδουν τη δικιά τους (μη ολοκληρωμένη) εικόνα στον υπόλοιπο κόσμο.

Με το αφγανικό έθιμο όπου κορίτσια μεταμφιέζονται σε αγόρια είχα γράψει εδώ. Όπως βλέπουμε και στη Μπαράν, το κορίτσι δεν τα καταφέρνει καθόλου καλά στο ρόλο του αγοριού, τουλάχιστον όχι χωρίς τη βοήθεια άλλων αντρών.

Οι ήρωες μιλάνε περσικά μεταξύ τους. Ο Μεμάρ - παρεμπιπτόντως είναι ο ίδιος ηθοποιός που παίζει στα «Σπουργίτια»- είναι Αζέρος στην καταγωγή κι αυτό φαίνεται στην προφορά του που μοιάζει με την τούρκικη. Φαίνεται και σε μερικές φράσεις που πετάει στα αζέρικα, ειδικά όταν είναι θυμωμένος. Οι Αφγανοί μιλάνε νταρί μια γλώσσα που ουσιαστικά είναι ίδια με τα περσικά, μάλιστα λένε ότι είναι μια εξευγενισμένη μορφή περσικών, πιο κοντινή στην καθαρεύουσα. Για μένα τα νταρί ακούγονται λίγο σαν τιτιβίσματα πουλιών, και είναι πολύ πιο δύσκολο να τα καταλάβω απ' ότι τα μακρόσυρτα περσικά των Ιρανών.


Και μια βοήθεια με τα ονόματα που με μπέρδεψαν κι εμένα μέχρι να τα ξεχωρίσω
Ο Λατίφ είναι ο νεαρός πρωταγωνιστής.
Ο Μεμάρ είναι το αφεντικό, ο φωνακλάς.
Ο Νατζάφ είναι ο Αφγανός εργάτης που πέφτει και σπάει το πόδι του, ο πατέρας της Μπαράν.
Ο Σολτάν είναι ένας φίλος του, αυτός που φέρνει τη Μπαράν στην οικοδομή.
Ραχμάτ είανι το όνομα που χρησιμοποιεί η Μπαράν στην οικοδομή.



Η Μπαράν είναι μια απ' τις πιο αγαπημένες μου ταινίες. Αυτή την ανάρτηση-που ελπίζω να μην είναι η τελευταία- την αφιερώνω στο Δημήτρη που με παρακίνησε να ξαναπιάσω το μπλογκ, σε όσους και όσες δουλεύουν χωρίς να πληρώνονται, και στους αφγανούς εργάτες που μας φιλοξένησαν μια νύχτα σε μια τέτοια οικοδομή μέσα στην έρημο.


Δευτέρα 14 Ιανουαρίου 2013

Pál Adrienn (2010) της Ágnes Kocsis

Η Πιροσκα είναι νοσοκόμα και δουλεύει σε έναν θάλαμο με ετοιμοθάνατους. Δεν τα πάει και πολύ καλά με τους συναδέλφους της,ούτε φαίνεται να επικοινωνεί με τον άντρα της που είναι κάπως ψυχαναγκαστκός και την πιέζει να κάνει δίαιτα για να χάσει βάρος. Για να πούμε την αλήθεια έχει και κάποιο δίκιο ο άνθρωπος- η Πίροσκα έχει κάποια κιλάκια παραπάνω, και κυρίως το χει ρίξει στο φαγητό για να ξεφύγει απ' τα αδιέξοδα της ζωής της.
Την ψυχοφθόρα καθημερινότητά της διακόπτει η ανάμνηση της καλύτερής της φίλης στο δημοτικό, της Παλ Αντριέν. Η Αντριέν ήταν κάτιπαραπάνω από αδερφή για την Πίροσκα, ήταν ίσως η μοναδική της φίλη, το μοναδικό άτομο που την καταλάβαινε. Έτσι η Πίροσκα ξεκινάει μια οδύσσεια για να βρει τα ίχνη της παλιάς της συμμαθήτριας, η οποία για κάποιο άγνωστο λόγο έφυγε απ' την πόλη όταν πήγαιναν τετάρτη δημοτικού. Ψάχνει να βρει την παλιά της γειτονιά, το σχολείο της, τους υπόλοιπους συμμαθητές που ίσως κάτι να ξέρουν για την εξαφάνιση της Αντριέν.

Η ταινία αυτή είναι ίσως τυπικό δείγμα μουντών ευρωπαϊκών ταινιών με θέμα την αποξένωση του ανθρώπου μες στο γκρίζο περιβάλλον της πόλης. Χαρακτηριστικά, την περισσότερη ώρα βλέπουμε την πρωταγωνίστρια στο νοσοκομείο να φροντίζει τους σχεδόν αναίσθητους αρρώστους, η να περιμένει σε μια (εντυπωσιακή) αίθουσα όπου σε οθόνες αποτυπώνονται τα καρδιογραφήματα των ασθενών. Περιμένει πότε θα γίνει ανακοπή για να τρέξει να κάνει ανάνηψη.. Και μένει η απορία: γιατί το  κοριτσάκι με την κόκκινη κορδέλα που θυμόταν τα γενέθλια όλων των συγγενών του να καταλήξει έτσι;
 Σίγουρα δεν είναι αριστούργημα ούτε ιδιαίτερα πρωτότυπη ταινία, όμως έχει κάτι που σε κάνει να μην την ξεχνάς εύκολα.


Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2013

Σκηνοθέτριες απ' το Ιράν

Ένα από τα πράγματα που μου έχει κάνει εντύπωση σε σχέση με το Ιράν είναι το μεγάλο ποσοστό γυναικών σκηνοθετριών, κάτι που έρχεται σε αντίθεση με τα κλισέ που έχουν κάποιοι για τη χώρα αυτή (και για τις μουσουλμάνες γενικότερα). Ορίστε μερικές απ' αυτές:


 Η πιο καταξιωμένη σκηνοθέτρια στο Ιράν είναι η Rakhshan Bani-Etemad, που έχει γυρίσει πάνω από δέκα ταινίες, οι οποίες τα πάνε πολύ καλά εμπορικά. Έχω δει δυο απ' αυτές. Η πρώτη που είδα είναι το Zir-e Pust-e Shahr, που είναι η ιστορία μιας μάνας της λαϊκής εργατικής τάξης που προσπαθεί να τα βγάλει πέρα με τα προβληματικά παιδιά της. Είναι μια πολύ καλή ταινία που δεν έχει βέβαια πολλές σινεφίλ αξιώσεις (καμία σχέση με σχολή Κιαροστάμι κτλ), αλλά διηγείται μια ωραία ιστορία με ωραίο τρόπο κι αυτό είναι σπάνιο. Έχω δει και το Gilane, όπου βλέπουμε πάλι μια μάνα, μια ηρωική μάνα που τραβάει τα πάνδεινα λόγω του πολέμου με το Ιράκ. Η Γκιλανέ -κατά την προσωπική μου άποψη πάντα- ξεπερνά τα όρια του κιτς αλλά θέλω να πιστεύω ότι γι' αυτό φταίει ο συνσκηνοθέτης Mohsen Abdolvahab. Η Μπανί-Ετεμάντ είναι γνωστή και για το ότι έφερε τους λογοκριτές στα όρια τους με μερικά έργα της.

Ακόμα μια διάσημη σκηνοθέτρια- άγνωστη όμως στο δυτικό κοινό- είναι η Tahmine Milani , εμπορικά πολύ πετυχημένη.  Οι ταινίες της έχουν στόχο να φανερώσουν τις αδικίες που υφίστανται οι γυναίκες στο πατριαρχικό Ιράν,  και οι πρωταγωνίστριές τους υποφέρουν πολύ από ακραίες καταστάσεις. Κατά την άποψή μου είναι πολύ μελοδραματικές και τραβηγμένες.


Η πιο γνωστή στο σινεφιλικό κοινό είναι πάντως η Samira Makhmalbaf, κόρη του διάσημου πατέρα της, του Μοσέν, η οποία είχε θεωρηθεί παιδί θαύμα όταν γύρισε στα δεκαεφτά της το «Μήλο» ένα βραβευμένο ντοκιμαντέρ που έχει και στοιχεία μυθοπλασίας.  Δυο χρόνια αργότερα γύρισε τον επίσης βραβευμένο και πιο ώριμο «Μαυροπίνακα». Το στιλ της μοιάζει αρκετά με το στιλ των τελευταίων ταινιών του πατέρα της: πολύ όμορφα πλάνα, χαώδες σενάριο, «πρόχειρη» σκηνοθεσία που θυμίζει ντοκιμαντέρ. Πολλοί την έχουν κατηγορήσει, όπως και τις υπόλοιπες γυναίκες της οικογένειας, ότι στην ουσία δημιουργός των ταινιών τους είναι ο πατέρας Μαχμαλμπάφ. Βέβαια, όπως είπε η αδερφή της η Χάνα, η κοινωνία μας έχει την τάση να αμφισβητεί πάντα τη δημιουργικότητα των γυναικών με οποιαδήποτε αφορμή. Η τελευταία ταινία που έχει γυρίσει είναι το «Δίποδο Άλογο» του 2008, το οποίο πήρε αρκετά αρνητικές κριτικές λόγω της σκληρότητάς του.

Η αδερφή της Σαμίρας η Χάνα είχε θεωρηθεί κι αυτή παιδί θαύμα όταν γύρισε το πολύ ενδιαφέρον ντοκιμαντέρ Lezate Divanegi, που ουσιαστικά περιγράφει το πως γυρίστηκε το «Στις πέντε το απόγευμα» της Σαμίρας. Αργότερα γύρισε το «Βούδα που λιποθύμησε από ντροπή» όπου μια μικρή Αφγανή αντιμετωπίζει του κόσμου τα αναπάντεχα προβλήματα για να πάει σχολείο. To 2009 γύρισε τις «Πράσινες Μέρες» με θέμα την αποτυχημένη καθώς φαίνεται πράσινη επανάσταση στο Ιράν: είναι μια κυριολεκτικά ερασιτεχνική ταινία, πολύ βιαστικά φτιαγμένη- τέτοια ώρα, τέτοια λόγια βέβαια.

Το τρίτο μέλος της οικογένειας Μαχμαλμπάφ είναι η Marzieh Meshkini, η δεύτερη σύζυγος του Μοσέν και αδερφή της πρόωρα χαμένης Φατεμέ, της πρώτης γυναίκας του. (Δηλαδή είναι θεία και θετή μητέρα της Σαμίρας και της Χάνας). Η Μαρζιέ έχει γυρίσει δυο ταινίες, την αγαπημένη μου «Μέρα που έγινα γυναίκα» και τους πολύ ενδιαφέροντες «Αδέσποτους σκύλους», με πρωταγωνιστές δυο αδέρφια που ζουν στο μεταταλιμπανικό Αφγανιστάν.

Ίσως η πιο αγαπητή στου Ιρανούς σκηνοθέτρια είναι η ποιήτρια Φορούχ Φαροχζάντ, που έχει όμως γυρίσει μια και μοναδική ταινία, ντοκιμαντέρ μάλιστα, το «Σπίτι είναι Μαύρο» που αναφέρεται σε μια αποικία λεπρών στο Ιράν. Και πάλι, προσωπική μου άποψη είναι βέβαια, αλλά νιώθω μια αηδία όταν κάποιος θέλει να βγάλει λυρισμό και ποίηση απ' τη δυστυχία των ανθρώπων. Όταν πχ η δασκάλα ρωτά τα παιδιά να της πουν κάτι άσχημο κι αυτά απαντούν λέγοντας τα μέλη του σώματός τους, τότε αυτό όχι μόνο μοιάζει στημένο αλλά και κακόγουστο.

Η Marva Nabili έχει γυρίσει τρεις ταινίες. Δυο στο προεπαναστατικό Ιράν και μια στις ΗΠΑ το 83. Το Khake Sar Beh Morh, η πρώτη της ταινία περιγράφει τη βαρετή ζωή μιας ανικανοποίητης νεαρής επαρχιώτισσας που βλέπει τους μοντέρνους καιρούς να περνούν μπροστά της αλλά να μην την αγγίζουν και βγάζει αυτή τη ματαίωση ψυχοσωματικά τρόπον τινά. Σαν ταινία θυμίζει αρκετά τη «Νεκρή Φύση» του Σαλές: Η κάμερα με το ζόρι κινείται, τα συμβάντα είναι άψυχα, δεν υπάρχουν δραματικές κορυφώσεις. Δυστυχώς η Ναμπιλί εξαφανίστηκε απ' τον κινηματογράφο.

H Manijeh Hekmat έχει γυρίσει δυο ταινίες μέχρι τώρα: Η πρώτη, Zendan-e Zanan, περιγράφει τη δύσκολη σχέση  ανάμεσα σε δυο γυναίκες: μια διευθύντρια φυλακών που αποφασίζει να επιβάλλει την τάξη σε μια χαοτική φυλακή γυναικών, και την καλή αλλά ανυπόταχτη φυλακισμένη Μιτρά. Σ'αυτήν την ταινία δεν υπάρχουν καλές και κακές, και φαίνεται ότι απλά οι συνθήκες έχουν φέρει αντίπαλες δυο γυναίκες που κατά τα άλλα θα τα πήγαιναν καλά μεταξύ τους. Μέσα σε είκοσι χρόνια βλέπουν- ουσιαστικά «φυλακισμένες» κι οι δυο- την εξέλιξη της ιρανικής κοινωνίας (η έστω του υποκόσμου) και μπροστά τους ξετυλίγεται η μοίρα πολλών γυναικών που για διάφορους λόγους έχουν βρεθεί στη φυλακή. Στην πορεία συνειδητοποιούν ότι άλλοι είναι οι πραγματικοί εχθροί τους. Η «Φυλακή των γυναικών» είναι ένα άγνωστο διαμάντι του ιρανικού κινηματογράφου, σαν ταινία απλή βέβαια, και σκληρή, αλλά ωραία, η πιο ωραία ταινία φυλακών που έχω δει.

H Maryam Shahriar δυστυχώς χάθηκε αφού γύρισε μια μόνο ταινία, τις «Κόρες του Ήλιου» με θέμα μια κοπέλα που παριστάνει τον άντρα για να δουλέψει σαν βοηθός σε μια μικρή σπιτική βιοτεχνία (που λέει ο λόγος) χαλιών. Ίσως φταίει το πολύ τολμηρό θέμα που ανάγκασε τη σκηνοθέτρια να μην ξαναεμφανιστεί. Πάντως το έργο μου θύμισε με ευχάριστο τρόπο τον πολυαγαπημένο μου Παρατζάνοφ. Κρίμα, κρίμα..

Η Mania Akbari ξεκίνησε την καριέρα της στον κινηματογράφο σαν ηθοποιός στην ταινία «Δέκα» του Κιαροστάμι. Μετά γύρισε τα «Είκοσι Δάχτυλα» που έχει αρκετές ομοιότητες με το Δέκα, και το «10 + 4» που δείχνει και πάλι την ίδια, αυτή τη φορά σε μια δύσκολη στιγμή της ζωής της (καρκίνος και χημειοθεραπείες). Από τότε δεν έχει σταματήσει να γυρίζει πειραματικές ταινίες που δεν έχουν πλέον την ίδια σαν πρωταγωνίστρια.

H ανθρωπολόγος και μελετήτρια του Ισλάμ Ziba Mir-Hosseini έχει σκηνοθετήσει μόνο ντοκιμαντέρ. Το Divorce Iranian Style που το σκηνοθέτησε μαζί με την Kim Longinotto, είναι μια κωμικοτραγική αποτύπωση διάφορων υποθέσεων διαζυγίου που φτάνουν στα δικαστήρια, και είναι ένα απ' τα καλύτερα ντοκιμαντέρ που έχω δει.

Τέλος ας μην ξεχνάμε της σκηνοθέτριες ιρανικής καταγωγής που έχουν γυρίσει ταινίες στο εξωτερικό, όπως η Γκρανάζ Μουσαβί (My Tehran For Sale), η Μαρτζάν Σατραπί (δημιουργός της Περσέπολης και του πρόσφατου Κοτόπουλου με Δαμάσκηνα), η Σιρίν Νεσάτ (Γυναίκες Χωρίς Άντρες) αλλά και η Maryam Keshavarz που όσο αδιάφορη και να μ'άφησε η ταινία της (Circumstance), δεν παύει να είναι Ιρανή η γυναίκα.

Γι'αυτή την ανάρτηση εμπνεύστηκα απ' το μπλογκ Chá-de-Lima da Pérsia , ένα πολύ ωραίο βραζιλιάνικο μπλογκ σχετικά με το Ιράν, και συγκεκριμένα  απ' αυτή την ανάρτηση. Φυσικά υπάρχουν και άλλες Ιρανές σκηνοθέτριες, αλλά περιορίστηκα σ' αυτές απ' τις οποίες είχα δει δείγμα του έργου τους..