Υπάρχουν πάρα πολλές ταινίες που παρουσιάζουν κάποιον όμορφο νέο με δυτική ανατροφή να επισκέπτεται την «τριτοκοσμική» χώρα καταγωγής του, για να βρει κάποιο συγγενή, ή γενικότερα για να γνωρίσει τη χώρα και που έτσι σιγά σιγά ανακαλύπτει τον πολιτισμό της. Αυτό το μοτίβο δίνει τη δυνατότητα στο δυτικό θεατή, γιατί σ' αυτόν απευθύνεται η ταινία, να ταυτιστεί με τον ήρωα, χωρίς όμως αυτός να είναι και «απλός τουρίστας». Κάποια καλή ψυχή βρίσκεται πάντα να εξηγήσει στον ήρωά μας τις πολιτισμικές ιδιαιτερότητες του λαού του, κι επί τη ευκαιρία τις καταλαβαίνουμε κι εμείς οι άσχετοι. Προσωπικά προτιμώ να βλέπω ταινίες όπου οι άγνωστες αυτές χώρες δεν μας παρουσιάζονται σαν ζωολογικοί κήποι, πχ δε χρειάζεται σε κάθε ταινία από μουσουλμανική χώρα να μας φωνάζουν στη μούρη: εδώ οι δύστυχες γυναίκες είναι αναγκασμένες να φοράνε μαντήλα. Αυτός είναι κι ένας λόγος που μου αρέσει ο ιρανικός κινηματογράφος: το εξωτικό στοιχείο κρατιέται σε όρια.
Kandahar (2001) του Μαχμαλμπάφ. To Κανταχάρ είναι μια σημαντική ταινία γιατί έκανε το Μαχμαλμπάφ γνωστό στη δύση, αλλά ήταν και η πρώτη ταινία που ασχολήθηκε με το θέμα των Ταλιμπάν, σε μια εποχή που ειδήσεις για το Αφγανιστάν και τη θέση των γυναικών υπήρχαν μόνο στα ψιλά γράμματα των εφημερίδων. Περιγράφει το ταξίδι μιας καναδοαφγανής γυναίκας στο Αφγανιστάν, όπου προσπαθεί να βρει την αδερφή της για να την αποτρέψει από την αυτοκτονία. Η ιστορία βασίζεται στην αληθινή εμπειρία της Nelofer Pazira, που πρωταγωνιστεί στην ταινία παίζοντας τον εαυτό της. Δε ξέρω πώς γίνεται αυτό αλλά μου φάνηκε ότι δεν έπαιζε πολύ καλά το ρόλο της. Πρώτα απ' όλα μας μιλάει σε voice over στα αγγλικά που τα μιλάει πολύ αργά και χωρίς να χρωματίζει καθόλου τη φωνή της- το έψαξα πάντως και έτσι είναι ο τρόπος που μιλάει και στις συνεντεύξεις ακόμα. Στο ταξίδι αυτό αναγκάζεται να φορέσει μπούρκα, προσλαμβάνει ως οδηγό ένα αγόρι που μόλις το έχουν διώξει απ' το ιερατικό σχολείο, συναντάει παράξενους ανθρώπους, όπως έναν μαύρο αμερικάνο που προσποιείται το γιατρό, διακινδυνεύει τη ζωή της και στο τέλος συλλαμβάνεται από τους Ταλιμπάν.
Όπως συμβαίνει συχνά στις ταινίες του Μαχμαλμπάφ, το σενάριο παίζει μικρό ρόλο κι αυτό που μένει είναι οι εικόνες και μερικές σκηνές που θυμίζουν πολύ έντονα ντοκιμαντέρ. Η σκηνή που μου χει μείνει περισσότερο είναι στο ιατρείο στη μέση της ερήμου, όπου πολωνέζες γιατροί προσπαθούν να συνεννοηθούν με ένα πλήθος ανάπηρων αντρών που ζητάει τεχνητά πόδια, άλλος γιατί έχασε το πόδι του από νάρκη, άλλος για να το πουλήσει.
Salt of This Sea (2008) της Annemarie Jacir. Η Σοράγια μια νέα αμερικανίδα παλαιστινιακής καταγωγής, φτάνει στο Ισραήλ και αργότερα στη Δυτική Όχθη με σκοπό να ανακτήσει τα χρήματα που είχε καταθέσει ο παππούς της σε τράπεζα πριν αναγκαστεί να φύγει ως πρόσφυγας μετά τον πόλεμο του 48. Τα πράγματα δεν είναι όμως όπως τα περίμενε: όχι μόνο ο τραπεζικός λογαριασμός έχει «χαθεί» μετά τον πόλεμο, αλλά και η κοινωνία είναι απογοητευτική: υπάρχουν μεγάλες ταξικές διαφορές και κανένας δεν έχει διάθεση για αγώνα. Στη Ραμάλα γνωρίζει τον Εμάντ και τον πείθει να οργανώσουν μαζί μια ληστεία στην τράπεζα που της χρωστάει χρήματα, αλλά και να την ακολουθήσει στο Ισραήλ, όπου βρίσκεται το σπίτι του παππού της. Το δεύτερο μέρος της ταινίας είναι ένα road movie, όπου η Σοράγια ο Εμάντ κι ένας φίλος γυρίζουν στο Ισραήλ και το ζευγάρι προσπαθεί να χαρεί τον έρωτά του. Στο παλιό σπίτι του παππού στη Γιάφα συναντούν μια αριστερή ισραηλινή ακτιβίστρια υπέρ της ειρήνης, η οποία αν και φιλική, αρνείται να επιστρέψει το σπίτι στην εγγονή του παλιού ιδιοκτήτη.
Δυο πράγματα με ενόχλησαν στην ταινία. Πρώτα ο χαρακτήρας της Σοράγια που φέρεται σαν παιδί που της έχουν πάρει το παιχνίδι, και ενώ η ίδια έχει εξασφαλισμένο μέλλον στην Αμερική, έχει την απαίτηση από φτωχούς ανθρώπους να διακινδυνέψουν την ελευθερία τους για να ικανοποιήσουν το καπρίτσιο της. Και φυσικά ο τρόπος που η ταινία αντιμετωπίζει αυτή την αλαζονεία σαν κάτι ηρωικό. Το δεύτερο είναι ο χαρακτήρας του Εμάντ: είναι το αντίστοιχο της γκόμενας σε «αντρικές ταινίες»: υπερβολικά όμορφος- έχουμε την ευκαιρία να τον δούμε και γυμνό σε ένα ..μπλόκο ισραηλινών, ερωτεύεται την πρωταγωνίστρια και την ακολουθεί παντού. Αλλά γενικά δεν πρόκειται για ταινία χαρακτήρων, αλλά για πολιτική ταινία (προπαγάνδας;)
La fille de Keltoum (2001) του Mehdi Charef. Εδώ μια νέα με εντελώς ευρωπαϊκά χαρακτηριστικά ελβετή φτάνει σε ένα απομονωμένο χωριό της Αλγερίας (δεν είμαι σίγουρη ότι είναι η Αλγερία), προσπαθώντας να βρει τη μητέρα της την Κελτούμ, η οποία πριν πολλά χρόνια την εγκατέλειψε δίνοντας την για υιοθεσία σε ζευγάρι ελβετών. Στο χωριό, αν μπορεί κανείς να το πει χωριό γιατί στην πραγματικότητα είναι σκόρπιες καλύβες συναντά τον παππού και την τρελή θεία της, και μαθαίνει ότι η μητέρα της δουλεύει σε μια παραθαλάσσια τουριστική πόλη. Έτσι η πρωταγωνίστρια με τη βοήθεια της θείας ταξιδεύει ως την πόλη αυτή και στο δρόμο γνωρίζουν όλες τις μορφές καταπίεσης της γυναίκας σε μια συντηρητική κοινωνία, αλλά και τις συγκρούσεις στρατού-επαναστατών. Μπορεί οι περιπέτειες τους να είναι η ενσάρκωση των φαντασιώσεων των δυτικών για το μουσουλμανικό κόσμο, με μάγισσες, χαμάμ, κλέφτες και διψασμένους για σεξ άντρες, αλλά αν αποφασίσει να το δει κανείς σαν σουρεαλιστικό παραμύθι, είναι όντως καλή ταινία και εγώ τουλάχιστον την παρακολούθησα με ενδιαφέρον ως το τέλος.
Περίεργο (αν και συνηθισμένο) είναι και το γεγονός ότι οι μισοί πρωταγωνιστές μιλάνε γαλλικά ακόμα κι αν υποτίθεται ότι είναι αμόρφωτοι χωριάτες. Επίσης, τώρα που το βλέπω, όταν έγραφα τον πρόλογο είχα στο μυαλό μου την κόρη της Κελτούμ..
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου