Ο Cristian Mungiu έγινε γνωστός με το «4 μήνες, 3 εβδομάδες και 2 μέρες» που εκτυλίσσεται στην κομμουνιστική Ρουμανία και παρουσιάζει μια κοινωνία καταπιεστική, υποκριτική, που μοιάζει με πραγματική κόλαση. Αντίθετα, στο Amintiri din epoca de aur αυτός και τέσσερις ακόμα Ρουμάνοι σκηνοθέτες περιγράφουν αυτή τη «Χρυσή εποχή» με χιούμορ και ίσως και με λίγη νοσταλγία. Η ταινία αποτελείται από δύο μέρη. Το πρώτο (Tovarăși, frumoasă e viața: Σύντροφοι, η ζωή είναι ωραία) αποτελείται από τέσσερις ιστορίες που βασίζονται σε μύθους για την εποχή του κομμουνισμού. Στην πρώτη ιστορία ένα χωριό προετοιμάζεται για την ξαφνική επιθεώρηση που τους περιμένει. Στη δεύτερη δυο φωτογράφοι κάνουν ένα τραγικό λάθος στο ρετουσάρισμα μια φωτογραφίας του Τσαουσέσκο. Στην τρίτη, ένας «ακτιβιστής» φτάνει σε ένα απομακρυσμένο χωριό για να καταπολεμήσει τον αναλφαβητισμό, και στην τέταρτη που είναι και η αγαπημένη μου και που έχει κάτι εφιαλτικό παρά το γκροτέσκο χιούμορ της, μια οικογένεια ψάχνει να βρει τρόπους να σφάξει αθόρυβα ένα γουρούνι μες στο μικρό διαμέρισμά τους.
Το δεύτερο μέρος (Dragoste în timpul liber: Αγάπη στον ελεύθερο χρόνο) υπάρχουν δυο ιστορίες μεγαλύτερης διάρκειας και με πιο λεπτό χιούμορ. Στην πρώτη μια μαθήτρια μαθαίνει από έναν μεγαλύτερό της άντρα ένα κόλπο για να βγάλει εύκολο χρήμα: Χτυπάνε την πόρτα στα διαμερίσματα και λένε ότι είναι από το χημείο του κράτους και θέλουν να ελέγξουν την ποιότητα του νερού, έτσι ο κάθε ένοικος πρέπει να τους δώσει από ένα γυάλινο μπουκάλι νερό. Τα μπουκάλια μετά τα πουλάνε. Με τα χρήματα που παίρνουν μπορούν να αγοράσουν ένα αυτοκίνητο (dacia βέβαια), όπως λέει ο μύθος τουλάχιστον. Στη δεύτερη ιστορία, ένας φορτηγατζής που οδηγεί κότες από τη μονάδα παραγωγής τους σε διάφορα σημεία της χώρας, παρανομεί για τα μάτια μιας ιδιοκτήτριας εστιατορίου: Καθυστερεί για μέρα τη μεταφορά των πτηνών έτσι ώστε να της δώσει τα αυγά που έχουν προλάβουν να γεννήσουν οι κότες τη νύχτα. Τα αυγά όπως μαθαίνουμε είναι ακριβά και δυσεύρετα, το ίδιο και τα μπουκάλια, το κρέας και άλλα σήμερα «φτηνά αγαθά». Πέρα από την κεντρική κάθε φορά υπόθεση, αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι η αναπαράσταση μιας εποχής καθημερινής τρέλας, όπου οι άνθρωποι δεν αφήνουν κανέναν να μπει μες στο σπίτι, η νεολαία πηγαίνει σε μυστικά πάρτυ και βλέπουν αμερικάνικες ταινίες σε παράνομα βίντεο.
Προσωπικά βρήκα το σενάριο πολλές φορές υπερβολικό με τις γνωστές καταστάσεις στον κομμουνισμό και χιλιοειπωμένα βαλκανικά αστεία, η σκηνοθεσία όμως ήταν πολύ καλύτερη. Μερικές φορές οι εικόνες από τη ρουμανική επαρχία είναι μαγευτικές, αλλά και οι σκηνές στην πόλη - όπως οι εργάτες που πάνε στο εργοστάσιο με τα ποδήλατα-, ακόμα και μέσα στα διαμερίσματα είναι πολύ ωραίες. Όπως σε κάθε σπονδυλωτή ταινία, οι επιμέρους ταινίες είναι άνισες μεταξύ τους αλλά παρόλο που έψαξα στο ίντερνετ δε βρήκα ποιος σκηνοθέτης είναι υπεύθυνος για κάθε ταινία ξεχωριστά.
Τέλος είναι αστείο ότι πολλές ρουμάνικες λέξεις για καθημερινά αντικείμενα μοιάζουν με αντίστοιχες δικές μας όπως το «ντουλάπ» και άλλες που τις ξέχασα τώρα. Η πιο χαρακτηριστική είναι η λέξη ντρουμ που θα πει δρόμος!
Το δεύτερο μέρος (Dragoste în timpul liber: Αγάπη στον ελεύθερο χρόνο) υπάρχουν δυο ιστορίες μεγαλύτερης διάρκειας και με πιο λεπτό χιούμορ. Στην πρώτη μια μαθήτρια μαθαίνει από έναν μεγαλύτερό της άντρα ένα κόλπο για να βγάλει εύκολο χρήμα: Χτυπάνε την πόρτα στα διαμερίσματα και λένε ότι είναι από το χημείο του κράτους και θέλουν να ελέγξουν την ποιότητα του νερού, έτσι ο κάθε ένοικος πρέπει να τους δώσει από ένα γυάλινο μπουκάλι νερό. Τα μπουκάλια μετά τα πουλάνε. Με τα χρήματα που παίρνουν μπορούν να αγοράσουν ένα αυτοκίνητο (dacia βέβαια), όπως λέει ο μύθος τουλάχιστον. Στη δεύτερη ιστορία, ένας φορτηγατζής που οδηγεί κότες από τη μονάδα παραγωγής τους σε διάφορα σημεία της χώρας, παρανομεί για τα μάτια μιας ιδιοκτήτριας εστιατορίου: Καθυστερεί για μέρα τη μεταφορά των πτηνών έτσι ώστε να της δώσει τα αυγά που έχουν προλάβουν να γεννήσουν οι κότες τη νύχτα. Τα αυγά όπως μαθαίνουμε είναι ακριβά και δυσεύρετα, το ίδιο και τα μπουκάλια, το κρέας και άλλα σήμερα «φτηνά αγαθά». Πέρα από την κεντρική κάθε φορά υπόθεση, αυτό που ενδιαφέρει περισσότερο είναι η αναπαράσταση μιας εποχής καθημερινής τρέλας, όπου οι άνθρωποι δεν αφήνουν κανέναν να μπει μες στο σπίτι, η νεολαία πηγαίνει σε μυστικά πάρτυ και βλέπουν αμερικάνικες ταινίες σε παράνομα βίντεο.
Προσωπικά βρήκα το σενάριο πολλές φορές υπερβολικό με τις γνωστές καταστάσεις στον κομμουνισμό και χιλιοειπωμένα βαλκανικά αστεία, η σκηνοθεσία όμως ήταν πολύ καλύτερη. Μερικές φορές οι εικόνες από τη ρουμανική επαρχία είναι μαγευτικές, αλλά και οι σκηνές στην πόλη - όπως οι εργάτες που πάνε στο εργοστάσιο με τα ποδήλατα-, ακόμα και μέσα στα διαμερίσματα είναι πολύ ωραίες. Όπως σε κάθε σπονδυλωτή ταινία, οι επιμέρους ταινίες είναι άνισες μεταξύ τους αλλά παρόλο που έψαξα στο ίντερνετ δε βρήκα ποιος σκηνοθέτης είναι υπεύθυνος για κάθε ταινία ξεχωριστά.
Τέλος είναι αστείο ότι πολλές ρουμάνικες λέξεις για καθημερινά αντικείμενα μοιάζουν με αντίστοιχες δικές μας όπως το «ντουλάπ» και άλλες που τις ξέχασα τώρα. Η πιο χαρακτηριστική είναι η λέξη ντρουμ που θα πει δρόμος!